Νονός στα δανικά
Μετάφραση: νονός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
godfather, gudfar, fadder, gudfader, The Godfather
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νονός
νονός του βρώμικου, νονός ονειροκρίτης, νονός 3, νονός για πρώτη φορά, νονός της unicef, νονός λεξικό γλώσσας δανικά, νονός στα δανικά
Μεταφράσεις
- νομολογία στα δανικά - retspraksis, retslære, retsvidenskab, jurisprudens
- νομοσχέδιο στα δανικά - plakat, regning, faktura, billet, regningen, bill, lovforslag, ...
- νοοτροπία στα δανικά - mentalitet, mentaliteten, tankegang, mentalitetsændring
- νοσοκομείο στα δανικά - hospital, hospitalet, sygehus, sygehuset, hospitalsbehandling
Τυχαίες λέξεις
Νονός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: godfather, gudfar, fadder, gudfader, The Godfather
Μεταφράσεις: godfather, gudfar, fadder, gudfader, The Godfather