Νονός στα ρωσικά

Μετάφραση: νονός, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
восприемник, дать, крестный отец, крестный, крестным отцом, крестного отца, крестным
Νονός στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: νονός

νονός του βρώμικου, νονός ονειροκρίτης, νονός 3, νονός για πρώτη φορά, νονός της unicef, νονός λεξικό γλώσσας ρωσικά, νονός στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • νομολογία στα ρωσικά - юриспруденция, правоведение, законовед, правовед, законоведение, юриспруденции, судебная практика, ...
  • νομοσχέδιο στα ρωσικά - счет, билл, топор, купюра, инвентарь, фактура, закладная, ...
  • νοοτροπία στα ρωσικά - умонастроение, ум, психика, мышление, интеллект, менталитет, ментальность
  • νοσοκομείο στα ρωσικά - клиника, лечебница, больница, госпиталь, милосердие, стационар, больницы, ...
Τυχαίες λέξεις
Νονός στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: восприемник, дать, крестный отец, крестный, крестным отцом, крестного отца, крестным