Νονός στα λιθουανικά
Μετάφραση: νονός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
krikštatėvis, Godfather, krikštatėviu, krikštatėvio, krikštatėvį
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νονός
νονός του βρώμικου, νονός ονειροκρίτης, νονός 3, νονός για πρώτη φορά, νονός της unicef, νονός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, νονός στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- νομολογία στα λιθουανικά - jurisprudencija, jurisprudencijoje, jurisprudencijos, jurisprudenciją, teismų praktika
- νομοσχέδιο στα λιθουανικά - sąskaita, afiša, banknotas, važtaraštis, plakatas, faktūra, snapas, ...
- νοοτροπία στα λιθουανικά - mentalitetas, mentaliteto, mentalitetą, mąstymas
- νοσοκομείο στα λιθουανικά - ligoninė, ligoninės, ligoninėje, ligoninių, Hospital
Τυχαίες λέξεις
Νονός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: krikštatėvis, Godfather, krikštatėviu, krikštatėvio, krikštatėvį
Μεταφράσεις: krikštatėvis, Godfather, krikštatėviu, krikštatėvio, krikštatėvį