Νονός στα ισλανδικά
Μετάφραση: νονός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Godfather, guðfaðir, Skírnarvottur ís, skírn
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νονός
νονός του βρώμικου, νονός ονειροκρίτης, νονός 3, νονός για πρώτη φορά, νονός της unicef, νονός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, νονός στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- νομολογία στα ισλανδικά - Lögfræði
- νομοσχέδιο στα ισλανδικά - frumvarpið, Bill, frumvarp, reikningur, frumvarpinu
- νοοτροπία στα ισλανδικά - hugarfar, hugarfari, hugarfarið, hugmyndafræði
- νοσοκομείο στα ισλανδικά - sjúkrahús, sjúkrahúsi, sjúkrahúsinu, spítalans, spítala
Τυχαίες λέξεις
Νονός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: Godfather, guðfaðir, Skírnarvottur ís, skírn
Μεταφράσεις: Godfather, guðfaðir, Skírnarvottur ís, skírn