Ξυρίζομαι στα δανικά
Μετάφραση: ξυρίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
barbering, barbere, barberer, barbere sig, at barbere
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξυρίζομαι
ονειροκρίτης ξυρίζομαι, ξυρίζομαι λεξικό γλώσσας δανικά, ξυρίζομαι στα δανικά
Μεταφράσεις
- ξυπνώ στα δανικά - vække, vågne, vågner, at vågne, vækker
- ξυράφι στα δανικά - barbermaskine, razor, barberkniv, skraber, barbermaskiner
- ξόρκι στα δανικά - tid, besværgelse, besværgelsesformular, besværgelser, besvrgelse
- ξύδι στα δανικά - eddike, vineddike
Τυχαίες λέξεις
Ξυρίζομαι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: barbering, barbere, barberer, barbere sig, at barbere
Μεταφράσεις: barbering, barbere, barberer, barbere sig, at barbere