Ξυρίζομαι στα πολωνικά
Μετάφραση: ξυρίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ośnik, wygolić, ogolenie, heblować, golić, golenie, ogolić, golić się, golenia
![Ξυρίζομαι στα πολωνικά Ξυρίζομαι στα πολωνικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-gr-pl-6043.png)
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξυρίζομαι
ονειροκρίτης ξυρίζομαι, ξυρίζομαι λεξικό γλώσσας πολωνικά, ξυρίζομαι στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- ξυπνώ στα πολωνικά - przebudzać, uświadamiać, uświadomić, ożywiać, budzić, wzbudzać, przebudzony, ...
- ξυράφι στα πολωνικά - brzytwa, żyletka, golarka, z ostrzami, maszynki do golenia, razor, maszynki
- ξόρκι στα πολωνικά - przeliterować, przeciąg, czar, pisać, literować, znaczyć, chwila, ...
- ξύδι στα πολωνικά - ocet, octu, octem, vinegar, octowy
Τυχαίες λέξεις
Ξυρίζομαι στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: ośnik, wygolić, ogolenie, heblować, golić, golenie, ogolić, golić się, golenia
Μεταφράσεις: ośnik, wygolić, ogolenie, heblować, golić, golenie, ogolić, golić się, golenia