Ξυρίζομαι στα ουγγρικά
Μετάφραση: ξυρίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
borotválás, borotválkozás, borotválja, borotválkozni, borotválja le, borotválni
![Ξυρίζομαι στα ουγγρικά Ξυρίζομαι στα ουγγρικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-gr-hu-6043.png)
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξυρίζομαι
ονειροκρίτης ξυρίζομαι, ξυρίζομαι λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ξυρίζομαι στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ξυπνώ στα ουγγρικά - ébred, ébredni, felébredjen, kelj, felébreszteni
- ξυράφι στα ουγγρικά - borotva, borotvát, borotvaéles, borotvapenge, borotvapengével
- ξόρκι στα ουγγρικά - váltás, varázsige, munkaszakasz, forduló, szakmány, ráolvasás, varázsigét, ...
- ξύδι στα ουγγρικά - ecet, ecetet, ecettel, ecetes, ecetben
Τυχαίες λέξεις
Ξυρίζομαι στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: borotválás, borotválkozás, borotválja, borotválkozni, borotválja le, borotválni
Μεταφράσεις: borotválás, borotválkozás, borotválja, borotválkozni, borotválja le, borotválni