Ξυρίζομαι στα ουκρανικά
Μετάφραση: ξυρίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
поголити, зрізати, електробритва, голитися, голити, брити, брить
![Ξυρίζομαι στα ουκρανικά Ξυρίζομαι στα ουκρανικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-gr-uk-6043.png)
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξυρίζομαι
ονειροκρίτης ξυρίζομαι, ξυρίζομαι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ξυρίζομαι στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ξυπνώ στα ουκρανικά - будити, розбудити, прокиньтеся, розбуджувати, збудити, прокинутися
- ξυράφι στα ουκρανικά - знесення, бритва
- ξόρκι στα ουκρανικά - передихнути, зміняти, чарівність, передохнути, заклинання, закляття
- ξύδι στα ουκρανικά - виноградар, оцет
Τυχαίες λέξεις
Ξυρίζομαι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: поголити, зрізати, електробритва, голитися, голити, брити, брить
Μεταφράσεις: поголити, зрізати, електробритва, голитися, голити, брити, брить