Οδηγός στα δανικά

Μετάφραση: οδηγός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
vejledning, lede, chauffør, fører, føre, guide, vejlede, styre
Οδηγός στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οδηγός

οδηγός δικαστικού αντιπροσώπου, οδηγός του πολίτη, οδηγός επιβίωσης, οδηγός νηπιαγωγού, οδηγός συμπλήρωσης ε1 2014, οδηγός λεξικό γλώσσας δανικά, οδηγός στα δανικά

Μεταφράσεις

  • οδήγηση στα δανικά - kørsel, driving, drivende, køre, køre-
  • οδηγία στα δανικά - direktiv, direktivet, direktivets, direktivs, af direktiv
  • οδηγώ στα δανικά - kørsel, drev, køretur, drevet
  • οδοιπορία στα δανικά - marts, march, marchen, marcherende, fremmarch
Τυχαίες λέξεις
Οδηγός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: vejledning, lede, chauffør, fører, føre, guide, vejlede, styre