Παπούτσια στα δανικά
Μετάφραση: παπούτσια, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
Sko, Shoes, skoene, fodtøj
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παπούτσια
παπούτσια online, παπούτσια nike, παπούτσια χορού, παπούτσια 2014, παπούτσια καλοκαίρι 2014, παπούτσια λεξικό γλώσσας δανικά, παπούτσια στα δανικά
Μεταφράσεις
- παπικός στα δανικά - pavelig, pavelige, pavens, paveligt, det pavelige
- παπούτσι στα δανικά - sko, skoen, shoe, fodtøj
- παππούς στα δανικά - bedstefader, bedstefar, farfar, morfar, bedstefars
- παράβαση στα δανικά - lovovertrædelse, voldtægt, forbrydelse, overtrædelse, krænkelse, strid, overtrædelsen, ...
Τυχαίες λέξεις
Παπούτσια στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: Sko, Shoes, skoene, fodtøj
Μεταφράσεις: Sko, Shoes, skoene, fodtøj