Πεμπτουσία στα δανικά
Μετάφραση: πεμπτουσία, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
indbegrebet, kvintessens, kvintessensen, essensen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πεμπτουσία
πεμπτουσία fm, πεμπτουσία βιντεοθήκη, πεμπτουσία περιοδικό, πεμπτουσία web tv, πεμπτουσία συνώνυμα, πεμπτουσία λεξικό γλώσσας δανικά, πεμπτουσία στα δανικά
Μεταφράσεις
- πελούζα στα δανικά - Peluso
- πελώριος στα δανικά - dundrende, hamrende, sangens, dunkende, pumpende
- πενήντα στα δανικά - halvtreds, fifty, halvtredsindstyve, og halvtreds
- πενία στα δανικά - fattigdom, indigence, trang, social nød, armod, trangssituation
Τυχαίες λέξεις
Πεμπτουσία στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: indbegrebet, kvintessens, kvintessensen, essensen
Μεταφράσεις: indbegrebet, kvintessens, kvintessensen, essensen