Πεμπτουσία στα ολλανδικά
Μετάφραση: πεμπτουσία, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kwintessens, Quintessence, essentie, kern, toppunt
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πεμπτουσία
πεμπτουσία fm, πεμπτουσία βιντεοθήκη, πεμπτουσία περιοδικό, πεμπτουσία web tv, πεμπτουσία συνώνυμα, πεμπτουσία λεξικό γλώσσας ολλανδικά, πεμπτουσία στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- πελούζα στα ολλανδικά - perk, grasmat, gazon, grasperk, grasveld, Peluso
- πελώριος στα ολλανδικά - monumentaal, reusachtig, royaal, gigantisch, groot, immens, geweldig, ...
- πενήντα στα ολλανδικά - vijftig, vijftigtal
- πενία στα ολλανδικά - armoede, behoeftigheid, indigence, behoeftigheid van, nooddruft
Τυχαίες λέξεις
Πεμπτουσία στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: kwintessens, Quintessence, essentie, kern, toppunt
Μεταφράσεις: kwintessens, Quintessence, essentie, kern, toppunt