Πονηρός στα δανικά
Μετάφραση: πονηρός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
snu, listig, Sly, smug, listigt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πονηρός
πονηρός in english, πονηρός συνώνυμα, πονηρός λεξικό, πονηρός πλαστικός χειρουργός, πονηρός νικόλαος, πονηρός λεξικό γλώσσας δανικά, πονηρός στα δανικά
Μεταφράσεις
- πομπώδης στα δανικά - bombastiske, bombastisk, svulstig, svulstige, svulstigt
- πονηριά στα δανικά - snedige, snedig, snu, list, snuhed
- πονοκέφαλος στα δανικά - hovedpine
- ποντίκι στα δανικά - mus, musen, muse, musen til
Τυχαίες λέξεις
Πονηρός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: snu, listig, Sly, smug, listigt
Μεταφράσεις: snu, listig, Sly, smug, listigt