Πονηρός στα εσθονικά
Μετάφραση: πονηρός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
riukaline, riukalik, konksuga, osav, kaval, kelmikas, Sly, salatsev, salakavala
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πονηρός
πονηρός in english, πονηρός συνώνυμα, πονηρός λεξικό, πονηρός πλαστικός χειρουργός, πονηρός νικόλαος, πονηρός λεξικό γλώσσας εσθονικά, πονηρός στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- πομπώδης στα εσθονικά - bombastic, Mahtipontinen, pompöösse, teatraalne, ülespuhutud hooplemiseks isiklikesse
- πονηριά στα εσθονικά - kurjus, pahatahtlikkus, salakaval, kavala, kavalat, osav, kavalam
- πονοκέφαλος στα εσθονικά - peavalu
- ποντίκι στα εσθονικά - hiir, hiire, hiirt, hiirega
Τυχαίες λέξεις
Πονηρός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: riukaline, riukalik, konksuga, osav, kaval, kelmikas, Sly, salatsev, salakavala
Μεταφράσεις: riukaline, riukalik, konksuga, osav, kaval, kelmikas, Sly, salatsev, salakavala