Πονηρός στα ουκρανικά

Μετάφραση: πονηρός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
лукавий, спритний, спритність, хитрий, підступний, ловкий, вправний, митецький, складний, хитра
Πονηρός στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πονηρός

πονηρός in english, πονηρός συνώνυμα, πονηρός λεξικό, πονηρός πλαστικός χειρουργός, πονηρός νικόλαος, πονηρός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, πονηρός στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • πομπώδης στα ουκρανικά - пихатий, бундючний, пихата, набундючений
  • πονηριά στα ουκρανικά - відмовляти, несправність, лукавство, хитрість, хитрощі
  • πονοκέφαλος στα ουκρανικά - прикрощі, прикрість, неприємність, завада, головний біль, біль голови
  • ποντίκι στα ουκρανικά - оплакує, миша, мишу, миші
Τυχαίες λέξεις
Πονηρός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: лукавий, спритний, спритність, хитрий, підступний, ловкий, вправний, митецький, складний, хитра