Πράκτορας στα δανικά

Μετάφραση: πράκτορας, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
repræsentant, agent, middel, stof, agenten
Πράκτορας στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πράκτορας

πράκτορας οπαπ, πράκτορασ λογισμικού, πράκτορασ τησ ευπ, πράκτορας στο τσακ, πράκτορας 007, πράκτορας λεξικό γλώσσας δανικά, πράκτορας στα δανικά

Μεταφράσεις

  • πράγμα στα δανικά - anliggende, sag, ting, noget
  • πράγματι στα δανικά - virkelig, faktisk, rent faktisk, faktisk er, der faktisk, reelt
  • πράμα στα δανικά - stof, materiale, ting, noget
  • πράξη στα δανικά - handling, beløb, sum, bedrift, virke, dåd, handle, ...
Τυχαίες λέξεις
Πράκτορας στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: repræsentant, agent, middel, stof, agenten