Προδικάζω στα δανικά
Μετάφραση: προδικάζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
preconceive
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προδικάζω
προδικάζω συνώνυμο, προδικάζω βικιλεξικο, προδικάζω σημασια, προδικάζω ορισμός, προδικάζω λεξικό γλώσσας δανικά, προδικάζω στα δανικά
Μεταφράσεις
- προγραμματισμός στα δανικά - computerprogrammering, programmering, programmeringen, programmeringsperioden, programmeringsperiode, planlægning
- προδίδω στα δανικά - forretning, butik, forråde, svigte, hvine, hvin, squeal, ...
- προδοσία στα δανικά - forræderi, forrædderi, forræderiet, bedrag
- προδοτικός στα δανικά - forræderisk, forræderiske, landsforræderisk
Τυχαίες λέξεις
Προδικάζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: preconceive
Μεταφράσεις: preconceive