Πρύμνη στα δανικά
Μετάφραση: πρύμνη, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
agterstavn, poop, overbygning, trawlrampe, lort
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρύμνη
πρύμνη του σκάφους, πρύμνη και πλώρη, πρύμνη πλοίου, πρύμνη στα αγγλικα, πρύμνη λεξικό γλώσσας δανικά, πρύμνη στα δανικά
Μεταφράσεις
- πρόχειρος στα δανικά - ru, grov, løselig, groft, uslebne, rå
- πρόωρος στα δανικά - tidligt, tidlig, begyndelsen, begyndelsen af, tidlige
- πρώην στα δανικά - forbigangen, tidligere, førstnævnte, den tidligere, det tidligere, første
- πρώιμος στα δανικά - tidlig, tidligt, begyndelsen, begyndelsen af, tidlige
Τυχαίες λέξεις
Πρύμνη στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: agterstavn, poop, overbygning, trawlrampe, lort
Μεταφράσεις: agterstavn, poop, overbygning, trawlrampe, lort