Πρύμνη στα ουκρανικά
Μετάφραση: πρύμνη, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
суворий, задній, хвіст, правило, корми, корму, корма, харчі, корм
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρύμνη
πρύμνη του σκάφους, πρύμνη και πλώρη, πρύμνη πλοίου, πρύμνη στα αγγλικα, πρύμνη λεξικό γλώσσας ουκρανικά, πρύμνη στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- πρόχειρος στα ουκρανικά - нерівним, схематичний, уривчастий, випадковий, неґречний, зручний, шорсткий, ...
- πρόωρος στα ουκρανικά - вступний, невчасно, рано, зарано
- πρώην στα ουκρανικά - укладач, дотеперішній, модель, творець, колишній, був, колишнього, ...
- πρώιμος στα ουκρανικά - ранній, рано, зарано
Τυχαίες λέξεις
Πρύμνη στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: суворий, задній, хвіст, правило, корми, корму, корма, харчі, корм
Μεταφράσεις: суворий, задній, хвіст, правило, корми, корму, корма, харчі, корм