Στάση στα δανικά
Μετάφραση: στάση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
holdning, indstilling, holdningen, holdninger
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στάση
στάση του λωτού, στάση στο χαλάνδρι, στάση μετρό, στάση εργασίας, στάση γάτα, στάση λεξικό γλώσσας δανικά, στάση στα δανικά
Μεταφράσεις
- στάθμη στα δανικά - høvl, fly, flad, flyvemaskine, jævn, plan, niveau, ...
- στάμνα στα δανικά - kande, pitcher, kanden, krukke, pitcheren
- στάσιμος στα δανικά - stationære, stationær, stationært, stille, holder stille
- στάχτη στα δανικά - ask, aske, slagger, slagge, aske ikke, slaggen
Τυχαίες λέξεις
Στάση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: holdning, indstilling, holdningen, holdninger
Μεταφράσεις: holdning, indstilling, holdningen, holdninger