Στάση στα ουκρανικά

Μετάφραση: στάση, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
народження, позиція, поза, ставлення, азимут, постава, відношення, стосунок
Στάση στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στάση

στάση του λωτού, στάση στο χαλάνδρι, στάση μετρό, στάση εργασίας, στάση γάτα, στάση λεξικό γλώσσας ουκρανικά, στάση στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • στάθμη στα ουκρανικά - планшет, рівень, рівня
  • στάμνα στα ουκρανικά - глечик, глек, кувшин
  • στάσιμος στα ουκρανικά - бездіяльний, тупий, тупій, стоячий, відсталий, стаціонарний, Стаціонарні
  • στάχτη στα ουκρανικά - зола, попіл, ясен
Τυχαίες λέξεις
Στάση στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: народження, позиція, поза, ставлення, азимут, постава, відношення, стосунок