Στάση στα ισλανδικά
Μετάφραση: στάση, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
afstaða, viðhorf, afstöðu, viðmót, viðhorfi
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στάση
στάση του λωτού, στάση στο χαλάνδρι, στάση μετρό, στάση εργασίας, στάση γάτα, στάση λεξικό γλώσσας ισλανδικά, στάση στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- στάθμη στα ισλανδικά - hefill, hefla, stigi, stig, borð, láréttur flötur, hversu
- στάμνα στα ισλανδικά - könnu, Pitcher
- στάσιμος στα ισλανδικά - kyrrstöðu, kyrrstætt, í kyrrstöðu, kyrrstæður, kyrr
- στάχτη στα ισλανδικά - aska, eski, gjall
Τυχαίες λέξεις
Στάση στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: afstaða, viðhorf, afstöðu, viðmót, viðhorfi
Μεταφράσεις: afstaða, viðhorf, afstöðu, viðmót, viðhorfi