Στάση στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: στάση, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
став, ставот, односот, однос, однесување
Στάση στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στάση

στάση του λωτού, στάση στο χαλάνδρι, στάση μετρό, στάση εργασίας, στάση γάτα, στάση λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, στάση στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • στάθμη στα σλαβομακεδονικά - ниво, нивото, ниво на, на ниво на, на ниво
  • στάμνα στα σλαβομακεδονικά - стомна, бокал, кана, стомната, водоноса
  • στάσιμος στα σλαβομακεδονικά - стационарни, стационарен, неподвижна, стационарна, фиксните
  • στάχτη στα σλαβομακεδονικά - cinders
Τυχαίες λέξεις
Στάση στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: став, ставот, односот, однос, однесување