Στάση στα λιθουανικά
Μετάφραση: στάση, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
požiūris, požiūrį, nuostata, požiūrio, pozicija
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στάση
στάση του λωτού, στάση στο χαλάνδρι, στάση μετρό, στάση εργασίας, στάση γάτα, στάση λεξικό γλώσσας λιθουανικά, στάση στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- στάθμη στα λιθουανικά - plokščias, horizontalus, lygus, sudaužyti, lėktuvas, lygis, lygio, ...
- στάμνα στα λιθουανικά - suodžiai, ąsotis, padavėjas, pitcher, ąsočio, Krūmo
- στάσιμος στα λιθουανικά - stacionarinis, stacionarus, stacionarių, stacionarūs, nejuda
- στάχτη στα λιθουανικά - pelenai
Τυχαίες λέξεις
Στάση στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: požiūris, požiūrį, nuostata, požiūrio, pozicija
Μεταφράσεις: požiūris, požiūrį, nuostata, požiūrio, pozicija