Στοιβάζω στα δανικά
Μετάφραση: στοιβάζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
bunke, dynge, CRAM, proppe
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στοιβάζω
στοιβάζω συνώνυμο, στοιβάζω συνώνυμα, στοιβάζω στα αγγλικα, στοιβάζω λεξικό γλώσσας δανικά, στοιβάζω στα δανικά
Μεταφράσεις
- στοίχοι στα δανικά - lyrics, sangtekster, tekster, tekst, teksterne
- στοιβάδα στα δανικά - bunke, dynge, lag, laget, fase, lags
- στοιχεία στα δανικά - data, materiale, elementer, bestemmelser, elementerne, dele
- στοιχείο στα δανικά - element, del, elementet, led
Τυχαίες λέξεις
Στοιβάζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: bunke, dynge, CRAM, proppe
Μεταφράσεις: bunke, dynge, CRAM, proppe