Στοιβάζω στα ουγγρικά
Μετάφραση: στοιβάζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
épületcsoport, máglya, bemagolás, bemagol, zsúfol, cram, a CRAM
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στοιβάζω
στοιβάζω συνώνυμο, στοιβάζω συνώνυμα, στοιβάζω στα αγγλικα, στοιβάζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, στοιβάζω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- στοίχοι στα ουγγρικά - dalszöveg, dalszövegek, szövegek, dalszövegeket, szöveg
- στοιβάδα στα ουγγρικά - asztag, kéménysor, halmozás, máglya, épületcsoport, kazal, boglya, ...
- στοιχεία στα ουγγρικά - elemek, elemeket, elemei, elemeit, elem
- στοιχείο στα ουγγρικά - elem, eleme, elemet, elemét, elemének
Τυχαίες λέξεις
Στοιβάζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: épületcsoport, máglya, bemagolás, bemagol, zsúfol, cram, a CRAM
Μεταφράσεις: épületcsoport, máglya, bemagolás, bemagol, zsúfol, cram, a CRAM