Στοιβάζω στα ουκρανικά

Μετάφραση: στοιβάζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
сардина, впихати, пхати
Στοιβάζω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στοιβάζω

στοιβάζω συνώνυμο, στοιβάζω συνώνυμα, στοιβάζω στα αγγλικα, στοιβάζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, στοιβάζω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • στοίχοι στα ουκρανικά - поет-пісняр, лірика, лирика
  • στοιβάδα στα ουκρανικά - стек, складатись, накопичувати, складатися, книгосховище, сардина, накопичити, ...
  • στοιχεία στα ουκρανικά - зведення, дані, доказ, інформація, факти, свідчення, очевидність, ...
  • στοιχείο στα ουκρανικά - вогонь, елемент, огонь, повітряне, вода, ази
Τυχαίες λέξεις
Στοιβάζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: сардина, впихати, пхати