Στριμώχνω στα δανικά

Μετάφραση: στριμώχνω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
presse, knuse, trykke, hjørne, afkrog, sandwich
Στριμώχνω στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στριμώχνω

στριμώχνω συνώνυμα, στριμώχνω λεξικό γλώσσας δανικά, στριμώχνω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • στριγκλίζω στα δανικά - skrig, råbe, råb, skrige, screech, hvin, hvine
  • στριγκλιά στα δανικά - skrig, screech, skrige, hvin, hvine
  • στριφογυρίζω στα δανικά - vride
  • στριφογύρισμα στα δανικά - Twirl, Hvirvel, snurre rundt, snurre, Drejning
Τυχαίες λέξεις
Στριμώχνω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: presse, knuse, trykke, hjørne, afkrog, sandwich