Στριμώχνω στα λιθουανικά
Μετάφραση: στριμώχνω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kampas, sumuštinis, sandwich, sumuštiniai, sumuštinių, sumuštinį
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στριμώχνω
στριμώχνω συνώνυμα, στριμώχνω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, στριμώχνω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- στριγκλίζω στα λιθουανικά - šaukti, šauksmas, rėkti, žviegimas, spygauti, kliegti, cipčioti, ...
- στριγκλιά στα λιθουανικά - žviegimas, spygauti, kliegti, cipčioti, spiegimas
- στριφογυρίζω στα λιθουανικά - kraipytis, krutėti, raitytis, rangymasis, raitymasis
- στριφογύρισμα στα λιθουανικά - užsukimas, Kręcić, sukimas, sukinėti, atsisukti
Τυχαίες λέξεις
Στριμώχνω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: kampas, sumuštinis, sandwich, sumuštiniai, sumuštinių, sumuštinį
Μεταφράσεις: kampas, sumuštinis, sandwich, sumuštiniai, sumuštinių, sumuštinį