Συμβατικός στα δανικά
Μετάφραση: συμβατικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
konventionelle, konventionel, traditionel, konventionelt, traditionelle
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συμβατικός
συμβατικός μισθός, συμβατικός συνώνυμα, συμβατικός ορισμός, συμβατικός στα αγγλικά, συμβατικόσ συμψηφισμόσ, συμβατικός λεξικό γλώσσας δανικά, συμβατικός στα δανικά
Μεταφράσεις
- συμβαίνω στα δανικά - ske, sker, tilfældigvis, at ske
- συμβαλλόμενος στα δανικά - parti, fest, højtid, ordregivende, kontraherende
- συμβατός στα δανικά - kompatible, kompatibel, forenelig, forenelige, kompatibelt
- συμβιβάζω στα δανικά - forene, forlige, afstemme, at forene, forsone
Τυχαίες λέξεις
Συμβατικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: konventionelle, konventionel, traditionel, konventionelt, traditionelle
Μεταφράσεις: konventionelle, konventionel, traditionel, konventionelt, traditionelle