Συμβατικός στα ουκρανικά
Μετάφραση: συμβατικός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
звичайний, пересічний, умовний, звичний, звичайна, простий
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συμβατικός
συμβατικός μισθός, συμβατικός συνώνυμα, συμβατικός ορισμός, συμβατικός στα αγγλικά, συμβατικόσ συμψηφισμόσ, συμβατικός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, συμβατικός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- συμβαίνω στα ουκρανικά - статися, попадатись, траплятися, виявлятись, зустрінути, трапитися, бувати, ...
- συμβαλλόμενος στα ουκρανικά - суб'єкт, партійний, особа, суб'єкта, загін, група, контрактація
- συμβατός στα ουκρανικά - сумісний, сполучний, сумісного, сумісному
- συμβιβάζω στα ουκρανικά - мирова, компрометувати, примиренний, компроміс, сумісний, компромісний, узгодити, ...
Τυχαίες λέξεις
Συμβατικός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: звичайний, пересічний, умовний, звичний, звичайна, простий
Μεταφράσεις: звичайний, пересічний, умовний, звичний, звичайна, простий