Συστέλλομαι στα δανικά

Μετάφραση: συστέλλομαι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
kontrakt, aftale, visne, vissen
Συστέλλομαι στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συστέλλομαι

συστέλλομαι λεξικό γλώσσας δανικά, συστέλλομαι στα δανικά

Μεταφράσεις

  • συσσωρεύω στα δανικά - bunke, dynge, heap
  • συσσώρευση στα δανικά - ophobning, akkumulering, akkumulation, akkumuleringen, ophobningen
  • συστέλλω στα δανικά - visne, vissen
  • συστήνω στα δανικά - forestille, præsentere, udføre, anbefale, servere, anbefaler, anbefales
Τυχαίες λέξεις
Συστέλλομαι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: kontrakt, aftale, visne, vissen