Σύρομαι στα δανικά

Μετάφραση: σύρομαι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
krybe, krybning, creep, kryb, krympning
Σύρομαι στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σύρομαι

σύρομαι λεξικό γλώσσας δανικά, σύρομαι στα δανικά

Μεταφράσεις

  • σύριγγα στα δανικά - sprøjte, sprøjten, injektionssprøjte, injektionssprøjten, sprøjtens
  • σύρμα στα δανικά - tråd, telegram, wire, ledning, tråden, ledninger
  • σύρσιμο στα δανικά - krybe, Trække, du trækker, trækker, Hvis du trækker, At trække
  • σύσκεψη στα δανικά - konference, møde, forhandling, overvejelser, overvejelse, drøftelse, drøftelser
Τυχαίες λέξεις
Σύρομαι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: krybe, krybning, creep, kryb, krympning