Σύρομαι στα λιθουανικά
Μετάφραση: σύρομαι, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
lįsti, šliaužti, slinkti, valkšnumas, šliaužimas, ropoti, lervoti
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σύρομαι
σύρομαι λεξικό γλώσσας λιθουανικά, σύρομαι στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- σύριγγα στα λιθουανικά - švirkštas, švirkšte, švirkštą, švirkšto, švirkštų
- σύρμα στα λιθουανικά - laidas, viela, telegrama, vielos, wire, laidai
- σύρσιμο στα λιθουανικά - šliaužti, lįsti, vilkimas, vilkdami, velkant, Paleidžiant, Przeciągnięcie
- σύσκεψη στα λιθουανικά - lyga, konferencija, apdairumas, svarstymas, svarstymai, svarstymo
Τυχαίες λέξεις
Σύρομαι στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: lįsti, šliaužti, slinkti, valkšnumas, šliaužimas, ropoti, lervoti
Μεταφράσεις: lįsti, šliaužti, slinkti, valkšnumas, šliaužimas, ropoti, lervoti