Τρίμηνο στα δανικά
Μετάφραση: τρίμηνο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
udtryk, kvarter, kvart, kvartal, fjerdedel, kvartalet
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τρίμηνο
τρίμηνο επίδομα ανεργίας, τρίμηνο μετάφραση, τρίμηνο επίδομα οαεδ, τρίμηνο εγκυμοσύνης, τρίμηνο αγγλικα, τρίμηνο λεξικό γλώσσας δανικά, τρίμηνο στα δανικά
Μεταφράσεις
- τρίζω στα δανικά - snakke, male, knage, knirke, creak, knirken, knirket
- τρίλια στα δανικά - nitriler, nitriller, nitrilerne
- τρίξιμο στα δανικά - stønne, knirke, squeak, gnÃ|kke, pibende, knirker
- τρίποδας στα δανικά - stativ, trefod, kamerastativ, stativet
Τυχαίες λέξεις
Τρίμηνο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: udtryk, kvarter, kvart, kvartal, fjerdedel, kvartalet
Μεταφράσεις: udtryk, kvarter, kvart, kvartal, fjerdedel, kvartalet