Τρίμηνο στα ολλανδικά
Μετάφραση: τρίμηνο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
uitdrukking, vakterm, term, kwartaal, kwart, wijk, kwartaal van, trimester
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τρίμηνο
τρίμηνο επίδομα ανεργίας, τρίμηνο μετάφραση, τρίμηνο επίδομα οαεδ, τρίμηνο εγκυμοσύνης, τρίμηνο αγγλικα, τρίμηνο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, τρίμηνο στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- τρίζω στα ολλανδικά - kraken, arbeiden, snappen, krassen, keuvelen, praten, piepen, ...
- τρίλια στα ολλανδικά - nitrillen, nitrilen, nitril
- τρίξιμο στα ολλανδικά - knetteren, kermen, kletteren, stenen, zuchten, kreunen, steunen, ...
- τρίποδας στα ολλανδικά - statief, driepoot, statief te, tripod, statiefaansluiting
Τυχαίες λέξεις
Τρίμηνο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: uitdrukking, vakterm, term, kwartaal, kwart, wijk, kwartaal van, trimester
Μεταφράσεις: uitdrukking, vakterm, term, kwartaal, kwart, wijk, kwartaal van, trimester