Τραυλισμός στα δανικά

Μετάφραση: τραυλισμός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
stammen, stuttering, stammende, hakkende, hakken
Τραυλισμός στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τραυλισμός

τραυλισμός ορισμός, τραυλισμός αντιμετώπιση, τραυλισμός pdf, τραυλισμός στα παιδιά 2 ετων, τραυλισμός συμπτώματα, τραυλισμός λεξικό γλώσσας δανικά, τραυλισμός στα δανικά

Μεταφράσεις

  • τραπεζοκόμος στα δανικά - tjener, tjeneren
  • τραυλίζω στα δανικά - stammen, stamme
  • τραυματίζω στα δανικά - såre, krænke, sår, skade, til skade, kommer til skade, komme til skade
  • τραυματικός στα δανικά - traumatisk, traumatiske
Τυχαίες λέξεις
Τραυλισμός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: stammen, stuttering, stammende, hakkende, hakken