Τραυλισμός στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: τραυλισμός, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
пелтечење, пелтечењето, пелтечење сè, пелтечење почесто
Τραυλισμός στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τραυλισμός

τραυλισμός ορισμός, τραυλισμός αντιμετώπιση, τραυλισμός pdf, τραυλισμός στα παιδιά 2 ετων, τραυλισμός συμπτώματα, τραυλισμός λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, τραυλισμός στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • τραπεζοκόμος στα σλαβομακεδονικά - келнерот, келнер
  • τραυλίζω στα σλαβομακεδονικά - пелтежење
  • τραυματίζω στα σλαβομακεδονικά - повредат, повреди, му наштети, да му наштети, да му наштети на
  • τραυματικός στα σλαβομακεδονικά - трауматски, трауматично, трауматско, трауматска, трауматични
Τυχαίες λέξεις
Τραυλισμός στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: пелтечење, пелтечењето, пелтечење сè, пелтечење почесто