Τρύγος στα δανικά
Μετάφραση: τρύγος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
høst, høste, afgrøde, vin, vinstok, vinranke, druesorter, vinstokken
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τρύγος
τρύγος wikipedia, τρύγος στο νηπιαγωγείο, τρύγος σταφυλιών 2013, τρύγος σταφυλιών, τρύγος ζωγραφιές, τρύγος λεξικό γλώσσας δανικά, τρύγος στα δανικά
Μεταφράσεις
- τρόφιμος στα δανικά - inmate, indsatte, indsat, fange, beboer
- τρύγημα στα δανικά - årgang, vintage, vintagekunst, Emner for vintagekunst, vintagefotografi
- τρύπα στα δανικά - hul, hullet, hullers, huller
- τρώω στα δανικά - spise, æde, nosh, af Nosh, i Nosh, på Nosh
Τυχαίες λέξεις
Τρύγος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: høst, høste, afgrøde, vin, vinstok, vinranke, druesorter, vinstokken
Μεταφράσεις: høst, høste, afgrøde, vin, vinstok, vinranke, druesorter, vinstokken