Τρύγος στα ολλανδικά
Μετάφραση: τρύγος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
oogsten, gewas, oogst, opbrengst, wijnstok, wijnstokken, vine, wijnstokrassen, wijn stok
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τρύγος
τρύγος wikipedia, τρύγος στο νηπιαγωγείο, τρύγος σταφυλιών 2013, τρύγος σταφυλιών, τρύγος ζωγραφιές, τρύγος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, τρύγος στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- τρόφιμος στα ολλανδικά - gevangene, bewoner, medebewoner, Inmate, gedetineerde
- τρύγημα στα ολλανδικά - wijnoogst, vintage, uitstekende, De vintage, Het vintage
- τρύπα στα ολλανδικά - groeve, gracht, groef, muil, ingevallen, hol, bek, ...
- τρώω στα ολλανδικά - gebruiken, nuttigen, eten, bikken, vreten, hapje, Nosh, ...
Τυχαίες λέξεις
Τρύγος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: oogsten, gewas, oogst, opbrengst, wijnstok, wijnstokken, vine, wijnstokrassen, wijn stok
Μεταφράσεις: oogsten, gewas, oogst, opbrengst, wijnstok, wijnstokken, vine, wijnstokrassen, wijn stok