Τυχαίος στα δανικά

Μετάφραση: τυχαίος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
tilfældig, tilfældige, random, tilfældigt, vilkårlig
Τυχαίος στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τυχαίος

τυχαίος english, τυχαίος συνώνυμα, τυχαίος θάνατος ενός αναρχικού, τυχαίος ορισμός, τυχαίος αριθμός, τυχαίος λεξικό γλώσσας δανικά, τυχαίος στα δανικά

Μεταφράσεις

  • τυφλώνω στα δανικά - blænde, blind, blinde, blindt, det blinde
  • τυφώνας στα δανικά - orkan, tyfon, Hurricane, orkanen, orkanens
  • τυχερός στα δανικά - lykkelig, heldig, heldige, er heldige, der er heldige
  • τωρινός στα δανικά - nærværende, strøm, nuværende, aktuelle, gældende, løbende
Τυχαίες λέξεις
Τυχαίος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: tilfældig, tilfældige, random, tilfældigt, vilkårlig