Τυχαίος στα ουκρανικά
Μετάφραση: τυχαίος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
додатковий, побічний, випадковий, випадкова, випадкові, довільний
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τυχαίος
τυχαίος english, τυχαίος συνώνυμα, τυχαίος θάνατος ενός αναρχικού, τυχαίος ορισμός, τυχαίος αριθμός, τυχαίος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, τυχαίος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- τυφλώνω στα ουκρανικά - осліплення, осліпити, засліплення, осліплювати, сліпий, сліпої, сліпою, ...
- τυφώνας στα ουκρανικά - буревій, штормовою, штормовий, ураган, штормовій, тайфун
- τυχερός στα ουκρανικά - вдалий, пощастити, сприятливий, долі, щасливий, щастити, щаслива, ...
- τωρινός στα ουκρανικά - чинний, поточний, струм, поточна, течія, згідний, ток
Τυχαίες λέξεις
Τυχαίος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: додатковий, побічний, випадковий, випадкова, випадкові, довільний
Μεταφράσεις: додатковий, побічний, випадковий, випадкова, випадкові, довільний