Υπεροψία στα δανικά
Μετάφραση: υπεροψία, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
arrogance, hovmod, arrogant, arrogancen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπεροψία
υπεροψία συνώνυμο, υπεροψία της μικρής διαφοράς, υπεροψία και μέθη μαρωνίτης, υπεροψία και μέθη, υπεροψία λεξικο, υπεροψία λεξικό γλώσσας δανικά, υπεροψία στα δανικά
Μεταφράσεις
- υπεροπτικός στα δανικά - hovmodige, hovmodig, stolte, stolt, hovmode
- υπεροχή στα δανικά - overlegenhed, overlegen, overlegne, overlegenhed i
- υπερπληθυσμός στα δανικά - overbefolkning, overbefolkningen, overfyldte, overpopulation, overbelægning
- υπερπόντιος στα δανικά - oversøisk, oversøiske, udlandet, i udlandet, udenlandske
Τυχαίες λέξεις
Υπεροψία στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: arrogance, hovmod, arrogant, arrogancen
Μεταφράσεις: arrogance, hovmod, arrogant, arrogancen