Υπεροψία στα ουκρανικά
Μετάφραση: υπεροψία, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
зарозумілість, гордовитість, самовпевненість, зверхність, пиха
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπεροψία
υπεροψία συνώνυμο, υπεροψία της μικρής διαφοράς, υπεροψία και μέθη μαρωνίτης, υπεροψία και μέθη, υπεροψία λεξικο, υπεροψία λεξικό γλώσσας ουκρανικά, υπεροψία στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- υπεροπτικός στα ουκρανικά - пихатий, гордовитий, бундючний, зухвалий, зарозумілий, гордовита
- υπεροχή στα ουκρανικά - зверхність, першість, перевагу, перевага, вищість
- υπερπληθυσμός στα ουκρανικά - перенаселеність, перенаселення, перенаселеності
- υπερπόντιος στα ουκρανικά - по-заморському, заокеанський, за кордоном, за рубежем, там
Τυχαίες λέξεις
Υπεροψία στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: зарозумілість, гордовитість, самовпевненість, зверхність, пиха
Μεταφράσεις: зарозумілість, гордовитість, самовпевненість, зверхність, пиха