Υπολογίζω στα δανικά

Μετάφραση: υπολογίζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
bestemme, befæste, beslutte, afgøre, beregne, vurdere, tælle, tæller, noget ud, noget ud af, noget
Υπολογίζω στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υπολογίζω

υπολογίζω τα ρέστα β δημοτικού, υπολογίζω τις γόνιμες μέρες, υπολογίζω english, υπολογίζω θερμίδες, υπολογίζω με συμμιγείς και δεκαδικούς, υπολογίζω λεξικό γλώσσας δανικά, υπολογίζω στα δανικά

Μεταφράσεις

  • υπολείμματα στα δανικά - restprodukter, rester, restkoncentrationer, resterne, reststoffer
  • υπολειπόμενος στα δανικά - rest, resterende, tilbageværende, tilbage, øvrige, forbliver
  • υπολογισμός στα δανικά - beregning, beregningen, opgørelse, opgørelsen, beregninger
  • υπολογιστής στα δανικά - computer, lommeregner, regnemaskine, udregnet, lommeregneren, er udregnet
Τυχαίες λέξεις
Υπολογίζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: bestemme, befæste, beslutte, afgøre, beregne, vurdere, tælle, tæller, noget ud, noget ud af, noget