Befæste στα ελληνικά
Μετάφραση: befæste, Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
δανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καθορίζω, προσδιορίζω, πρόσφυμα, υπολογίζω, αποφασίζω, φτιάχνω, επισυνάπτω, συνδέω, προσθέτω, εδραίωση, παγίωση, εδραιώσει, παγιώσει, εδραίωση της
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- befolkning στα ελληνικά - πληθυσμός, πληθυσμού, πληθυσμό, του πληθυσμού, τον πληθυσμό
- befri στα ελληνικά - αυτεξούσιος, δημοσιεύω, κυκλοφορώ, δωρεάν, εκκρίνω, τσάμπα, απελευθέρωση, ...
- beg στα ελληνικά - πίσσα, κατράμι, κλυδωνίζομαι, ναύτης, γηπέδου, αγωνιστικό χώρο, βήμα, ...
- begavet στα ελληνικά - έξυπνος, ταλαντούχος, προικισμένος, προικισμένων, προικισμένα, προικισμένους
Τυχαίες λέξεις
Befæste στα ελληνικά - Λεξικό: δανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καθορίζω, προσδιορίζω, πρόσφυμα, υπολογίζω, αποφασίζω, φτιάχνω, επισυνάπτω, συνδέω, προσθέτω, εδραίωση, παγίωση, εδραιώσει, παγιώσει, εδραίωση της
Μεταφράσεις: καθορίζω, προσδιορίζω, πρόσφυμα, υπολογίζω, αποφασίζω, φτιάχνω, επισυνάπτω, συνδέω, προσθέτω, εδραίωση, παγίωση, εδραιώσει, παγιώσει, εδραίωση της