Υπουργικός στα δανικά
Μετάφραση: υπουργικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
ministerplan, ministeriel, ministerielle, ministermøde, ministerniveau
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπουργικός
υπουργικός ανασχηματισμός, υπουργικός θώκος, υπουργικός λεξικό γλώσσας δανικά, υπουργικός στα δανικά
Μεταφράσεις
- υποτροφία στα δανικά - stipendium, legat, stipendiet
- υπουργείο στα δανικά - ministerium, Ministeriet, tjeneste, Ministry, tjenestegerning
- υπουργός στα δανικά - minister, præst, kapellan, sognepræst, ministeren, ministerens
- υποφέρω στα δανικά - bjørn, bære, føde, lide, lider, at lide, udsættes, ...
Τυχαίες λέξεις
Υπουργικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: ministerplan, ministeriel, ministerielle, ministermøde, ministerniveau
Μεταφράσεις: ministerplan, ministeriel, ministerielle, ministermøde, ministerniveau