Υπουργικός στα πολωνικά
Μετάφραση: υπουργικός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
kościelny, ministerialny, usłużny, ministrów, ministerialne, ministerialna, ministerialnym
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπουργικός
υπουργικός ανασχηματισμός, υπουργικός θώκος, υπουργικός λεξικό γλώσσας πολωνικά, υπουργικός στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- υποτροφία στα πολωνικά - stypendium, subwencja, udzielić, udzielenie, dotacja, udzielać, oddać, ...
- υπουργείο στα πολωνικά - duszpasterstwo, ministerstwo, kler, posługa, służba, ministerstwa
- υπουργός στα πολωνικά - minister, pastor, poseł, ministra, ministrem, minister spraw
- υποφέρω στα πολωνικά - chorować, tolerować, niedźwiedź, dźwigać, skrzep, podpierać, cierpieć, ...
Τυχαίες λέξεις
Υπουργικός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: kościelny, ministerialny, usłużny, ministrów, ministerialne, ministerialna, ministerialnym
Μεταφράσεις: kościelny, ministerialny, usłużny, ministrów, ministerialne, ministerialna, ministerialnym