Φιμώνω στα δανικά
Μετάφραση: φιμώνω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
snude, næsepartiet, næseparti, mule, mundkurv
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φιμώνω
φιμώνω συνώνυμα, φιμώνω συνώνυμο, φιμώνω στα αγγλικά, φιμώνω λεξικό γλώσσας δανικά, φιμώνω στα δανικά
Μεταφράσεις
- φιλύποπτος στα δανικά - mistænksom, leery, forsigtig, leery på
- φιλώ στα δανικά - kys, kysse, kiss, kysset
- φινάλε στα δανικά - ende, udgangen, slutningen, enden, afslutningen
- φινέτσα στα δανικά - finesse, finesser
Τυχαίες λέξεις
Φιμώνω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: snude, næsepartiet, næseparti, mule, mundkurv
Μεταφράσεις: snude, næsepartiet, næseparti, mule, mundkurv