Φιμώνω στα τούρκικα

Μετάφραση: φιμώνω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
şaka, ağız, namlu, muzzle, namlu çıkış, ağızlık
Φιμώνω στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φιμώνω

φιμώνω συνώνυμα, φιμώνω συνώνυμο, φιμώνω στα αγγλικά, φιμώνω λεξικό γλώσσας τούρκικα, φιμώνω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • φιλύποπτος στα τούρκικα - temkinli, uyanık, açıkgöz, kurnaz
  • φιλώ στα τούρκικα - öpmek, öpücük, öpücüğü, bir öpücük, öpücüğün
  • φινάλε στα τούρκικα - son, uç, sonu, bitiş, ucu
  • φινέτσα στα τούρκικα - incelik, finesse, inceliği, fines, ustalık
Τυχαίες λέξεις
Φιμώνω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: şaka, ağız, namlu, muzzle, namlu çıkış, ağızlık